9/7/08

Κωνσταντίνος Καρύδης, «Ανοίξτε τ’ αυτιά σας»!

Ο νεαρός αρχιμουσικός Κωνσταντίνος Καρύδης εμφανίζεται φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών με την Όπερα της Λιόν και το έργο του Μπέντζαμιν Μπρίτεν «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», από την ομώνυμη κωμωδία του Σαίξπηρ, σε λιμπρέτο του συνθέτη και του Πίτερ Πίαρς. Τον συναντήσαμε στο Βερολίνο, λίγο πριν ταξιδέψει στην Αθήνα, και προσπαθήσαμε να εκμαιεύσουμε τα μυστικά ενός καλλιτέχνη που έχει περάσει από το στάδιο: «παιδί-θαύμα» - και συνεχίζει ακάθεκτος.

Από τη Λένια Ζαφειροπούλου

Τον έψαχνα για καιρό στα τηλέφωνά του, στο Μόναχο. Τον Κωνσταντίνο Καρύδη, όμως, τον συνάντησα μια μέρα που διηύθυνε στην Κρατική Όπερα Unter den Linden του Βερολίνου, λίγη ώρα πριν αρχίσει η παράσταση του «Τούρκου στην Ιταλία». Μέσα από το λαβύρινθο των παρασκηνίων, ο μαέστρος με οδήγησε στο καμαρίνι του. Εκεί μιλήσαμε για την ζωή και την καριέρα του:

Είχατε από μικρός σχέση με τη μουσική; Και πώς αποφασίσατε να γίνετε επαγγελματίας μουσικός και αργότερα μαέστρος;

Νομίζω ότι δεν το αποφάσισα και τόσο, έγινε κάπως από μόνο του: Άρχισα μαθήματα πιάνου από μικρός. Οι γονείς μου δεν είχαν επαγγελματική σχέση με τη μουσική, μόνο ο πατέρας μου έπαιζε, αυτοδίδακτος, τραγούδια στο πιάνο. Τη διεύθυνση την ξεκίνησα όταν πήγα στο Μόναχο, περισσότερο ως πείραμα. Δεν θα το έλεγα τόσο ένα όνειρο που είχα, έκανα μάλλον μια δοκιμή γιατί είχα πάντοτε ενδιαφέρον για το συμφωνικό ρεπερτόριο, την όπερα, τον ήχο της ορχήστρας και τη συνεργασία με πολλούς ανθρώπους.

Τι θυμάστε με ιδιαίτερη αγάπη από τα χρόνια των σπουδών σας; Και τι πιστεύετε ότι σας διαμόρφωσε και ήταν καθοριστικό για σας;

Είναι δύσκολο να το προσδιορίσω, ήταν περισσότερο η όλη συναναστροφή με το δάσκαλό μου, το περιβάλλον στη σχολή, οι τόσο ωραίες συναυλίες που μπορούσε να ακούσει κανείς στο Μόναχο...

Ο μαέστρος και η ορχήστρα του

Ποια είναι για σας τα χαρακτηριστικά ενός καλού μαέστρου;

Η κάθε καινούργια επαφή με μια ορχήστρα είναι, θα μπορούσα να πω, θέμα χημείας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το αποτέλεσμα είναι τυχαίο. Φυσικά, υπάρχουν επαγγελματικοί κώδικες. Η ιδιαιτερότητα της διεύθυνσης είναι ότι ο μαέστρος δεν μπορεί να δοκιμάσει τίποτε στο σπίτι του. Ό,τι και να δοκιμάσει θα παραμένει θεωρία, μέχρι να βρεθεί μπροστά στην ορχήστρα. Μεγάλη σημασία έχει για μένα η επικοινωνία με τους μουσικούς. Καλό είναι να μπορεί κανείς οδηγώντας μια ορχήστρα να αφήνει την ελευθερία στους μουσικούς να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους και να ξεδιπλώσουν την προσωπικότητά τους. Με άλλες βέβαια ορχήστρες γίνεται καλύτερη και με άλλες λιγότερο καλή επαφή. Αυτό εξαρτάται από το γούστο και την προσωπικότητα κάθε ορχήστρας. Φυσικά, ο μαέστρος επιδιώκει και επιθυμεί να διαμορφώσει τον ήχο μιας ορχήστρας, όμως με τις τρεις-τέσσερις πρόβες που έχει συνήθως κανείς στη διάθεσή του αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Όταν κανείς το καταφέρνει, παρ’ όλα αυτά, έστω και λίγο, είναι μεγάλη χαρά.

Πώς προέκυψε στην καριέρα σας το ότι διευθύνετε κυρίως όπερα;

Ήταν μάλλον τυχαίο. Έκανα το ξεκίνημά μου από την όπερα στο Theater am Gδrtnerplatz του Μονάχου, κι ύστερα η μία δουλειά έφερε την άλλη. Προσπαθώ όμως να κρατώ μια ισορροπία στο ρεπερτόριό μου μεταξύ όπερας και συμφωνικής μουσικής. Συνειδητά επιδιώκω να έρχομαι σε επαφή συνεχώς με έργα διαφορετικού ύφους και διαφόρων εποχών.

Τι γνώμη έχετε για τη θέση της όπερας σήμερα στην μουσική ζωή του κόσμου;

Η όπερα που έχει την ιδιαιτερότητα να συνδυάζει τόσα πολλά, το τραγούδι, την ενόργανη μουσική, το θέατρο, τα εικαστικά και κάποτε το χορό, είναι, πιστεύω, ένα πολύ σημαντικό είδος τέχνης και αξίζει να συνεχίσει να υπάρχει και να γίνεται γνωστή. Βέβαια το αναμάσημα που συχνά παρατηρείται στις παραγωγές δεν βοηθά. Τί μπορεί να πάει μπροστά την οπερα, νομίζω θα το δείξει ο χρόνος. Ο καθένας όμως από εμάς πρέπει να καταθέτει ό,τι καλύτερο μπορεί.

Πώς δέχεται το κοινό της όπερας τα καινούργια έργα;

Το κοινό που πηγαίνει σε παραστάσεις καινούργιων έργων, πάει ούτως ή άλλως εκ πεποιθήσεως και επειδή ενδιαφέρεται. Όσοι δεν ενδιαφέρονται, δεν πηγαίνουν καν σε τέτοιες παραστάσεις. Όταν βέβαια τα θέατρα παραγγέλνουν καινούρια έργα σε συνθέτες, αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να γίνει για την ανανέωση της όπερας.

Ποιες είναι οι όπερες, ή το είδος όπερας που προτιμάτε;

Προσπαθώ να είμαι ανοικτός σε όλο το ρεπερτόριο. Κάθε έργο το ερωτεύεται κανείς όταν αρχίζει να το μελετά – ή τουλάχιστον οφείλει να προσπαθήσει να το ερωτευθεί.

Ποια είναι η γνώμη σας για τον Μπρίτεν; Πώς εκτιμάτε τη συνεισφορά του στην όπερα;

Η συμβολή του στην όπερα είναι αναμφισβήτητη. Με εντυπωσιάζει πάντα η μουσική του δραματουργία και το ότι μιλά με γλώσσα προσιτή και άμεση. Το αν είναι ή όχι αυτό που γράφει πρωτοποριακό, δεν έχει πλέον σημασία. Εξάλλου, ο Μπρίτεν είναι πια στη συνείδηση του κοινού κλασικός και έχει περάσει στην ιστορία.

Ολόκληρο το «Όνειρο…» με μουσική

Πείτε μας δυο λόγια για το «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», που θα παρουσιάσετε στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Το «Όνειρο…» έχει καταρχάς μια αξιοθαύμαστη ενορχήστρωση παρ’ όλο που έχει γραφτεί για σχετικά μικρή ορχήστρα και είναι ουσιαστικά μια όπερα δωματίου. Έχει υπέροχα χρώματα στη μουσική του. Είναι ακόμα εντυπωσιακό πώς ο συνθέτης και ο Πίαρς, που έγραψε μαζί του το λιμπρέτο, έχουν χειριστεί το αυθεντικό κείμενο και τη γλώσσα του Σαίξπηρ, χωρίς να αλλάξουν τίποτε, μόνο παραλείποντας κάποιους στίχους. Το έργο δεν έχει σαφείς άριες ή μάλλον δεν έχει καθόλου άριες. Είναι ένα απέραντο ρετσιτατίβο, ένα καθαρά αφηγηματικό έργο. Η μουσική υπογραμμίζει το σαιξπηρικό κείμενο. Θα μπορούσε κανείς να σκοντάψει πάνω στο ότι ο Μπρίτεν τολμά να μελοποιήσει αυτούσιο τον Σαίξπηρ, αλλά το αποτέλεσμα είναι πραγματικά αξιοθαύμαστα επιτυχημένο.

Τι επιθυμείτε από έναν λυρικό τραγουδιστή όταν δουλεύετε μαζί του;

Προσπαθώ να επιθυμώ αυτό που νομίζω ότι επιθυμεί και ο συνθέτης. Όλοι προσπαθούμε να υπηρετήσουμε το μουσικό κείμενο. Έχω την αίσθηση ότι όλοι επιδιώκουμε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας με βάση αυτό που έχει γράψει ο συνθέτης και, βέβαια, με βάση τη μελέτη του στυλ και της εποχής του έργου.

Τι θα συμβουλεύατε έναν νεαρό μουσικό που θέλει να γίνει μαέστρος;

Πρώτα απ’ όλα βέβαια να σπουδάσει και να μένει ανοικτός, να ανοίγει τ’ αυτιά του και τους ορίζοντές του με όποιον τρόπο θεωρεί εκείνος καλύτερο.

Τι θέση έχουν το επάγγελμά σας και η καριέρα σας μέσα στην υπόλοιπη ζωή σας;

Θέλω να έχω μια ισορροπία ανάμεσα σε ο,τιδήποτε ονομάζεται προσωπική ζωή και στο επάγγελμά μου. Δεν νομίζω ότι κανείς μπορεί να ολοκληρωθεί ως άνθρωπος, ούτε και ως καλλιτέχνης, θυσιάζοντας μία από τις δύο αυτές πλευρές της ζωής του. Νιώθω να εξελίσσομαι μέσα από την όλη πορεία και τη μελέτη μου, ακόμα και μέσα από τις παύσεις μου. Έχω ένα δρόμο που απλώς ακολουθώ, χωρίς να ξέρω απόλυτα πού θα με βγάλει.

«Ακούω τζαζ και ελληνικά»

Ακούτε μουσική στον ελεύθερο χρόνο σας; Και τι είδους;

Ακούω συχνά τζαζ, χωρίς όμως και να παίζω. Στην τζαζ είμαι τελείως ερασιτέχνης. Κάποτε ακούω και ποπ ή και ελληνικά τραγούδια. Η μουσική είναι μία γλώσσα, δεν υπάρχουν απαραίτητα ανώτερες και κατώτερες μορφές της, και αξίζει πολλές φορές να την ακούσει κανείς όπως κι αν ονομάζεται αυτή η μουσική.

Ποια είναι τα γοητευτικά και ποια τα αρνητικά χαρακτηριστικά μιας διεθνούς καριέρας σαν τη δική σας;

Κάτι που θεωρώ δύσκολο είναι το ότι πρέπει να λείπει συχνά κανείς απ’ το σπίτι του. Ελπίζω τα επόμενα χρόνια να πετύχω και σ’ αυτό μια ισορροπία.

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συνθέτες και γιατί;

Πολλούς συνθέτες αγαπώ, μετά κατά καιρούς τους ξεχνώ και τους ξαναβρίσκω. Είναι μια ζωντανή διαδικασία μέσα από την οποία κανείς εξελίσσεται, και χωρίς αυτή δεν μπορεί να βρει έδαφος για εξέλιξη.

Η επιλογή σας να μείνετε στη Γερμανία ήταν καθαρά επαγγελματική;

Σε καμιά περίπτωση μόνο επαγγελματική. Νιώθω καλά στη Γερμανία απ’ όλες τις απόψεις. Κι αυτό δεν ήταν από την αρχή έτσι: ήταν μια διαδικασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: