20/6/09

ΓΚΟΥΣΤΑΒΟ ΣΑΝΤΑΟΛΑΓΙΑ: Πάθος μετά τα 70




Από την Έλια Αποστολοπούλου

Ο συνθέτης των Όσκαρ ανακάλυψε και καθιέρωσε μια σειρά σπουδαίους μουσικούς του τάνγκο, που υπό άλλες συνθήκες σήμερα θα ζούσαν την τακτοποιημένη (και ίσως λίγο θλιμμένη) ζωή του συνταξιούχου. Στην Αθήνα, θα διεκδικήσουν το πλήθος προσφέροντάς του τη μελαγχολία που χορεύεται – και, σύμφωνα με τα λεγόμενα του εμπνευστή τους, ίσως να διασταυρωθούν με τη μελαγχολία του δικού μας ρεμπέτικου.
Περισσότερο γνωστός για τα δύο Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής για τις ταινίες Το μυστικό του Brokeback Mountain του Ανγκ Λι (2005) και Βαβέλ του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου (2006),a αλλά και για τη μουσική επένδυση των ταινιών Χαμένες Αγάπες, Ημερολόγια Μοτοσικλέτας και 21 Γραμμάρια, ο Γκουστάβο Σανταολάγια είναι ο εμπνευστής και παραγωγός του Café de los Maestros. Ο άνθρωπος που κατάφερε να συνδέσει το όνομά του με το ηλεκτρονικό τάνγκο, δεν έμαθε ποτέ να γράφει και να διαβάζει μουσική και η προσέγγισή του σχετίζεται περισσότερο με την ίδια τη ζωή του. Σήμερα είναι μέλος του γκρουπ Bajofondo, με μουσικούς από την Αργεντινή και την Ουρουγουάη που παντρεύουν το τάνγκο με την ηλεκτρονική μουσική, το χιπ χοπ, τη χάουζ και το DNB. Το γκρουπ έχει ήδη δώσει συναυλίες στην Ελλάδα και μετρούν κι ένα χρυσό δίσκο στη χώρα μας, ενώ στην τελευταία ανοιχτή συναυλία τους στην Αργεντινή συγκέντρωσαν σχεδόν 200.000 θεατές.
Στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης προσκλήθηκε να παραλάβει τον Χρυσό Αλέξανδρο κι έκανε ένα master class για τη μουσική και τον κινηματογράφο για το σύνολο του έργου του. Ερωτώμενος από κριτικούς και κοινό, απάντησε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Το Café De Los Maestros μας έδωσε την ευκαιρία να ρίξουμε μια ματιά στις ζωές σπουδαίων καλλιτεχνών της Αργεντινής... Πιστεύω ότι οι γηραιότεροι πρέπει να αποτελούν σημείο αναφοράς στη ζωή μας. Είναι πραγματική πηγή έμπνευσης να βλέπεις καλλιτέχνες ηλικίας από 70 έως 95 ετών να εξακολουθούν να κάνουν αυτό που αγαπούν, δηλαδή να υπηρετούν τη μουσική με πάθος και να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους».

Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τους βετεράνους του τάνγκο;
Όταν όλοι γύρω μου άκουγαν τάνγκο, εγώ προτιμούσα τους Beatles. Θεωρούσα ότι είναι μια μουσική που απευθύνεται σε ώριμους ενήλικες. Αυτό που κινούσε, όμως, το ενδιαφέρον μου ήταν πως μια λαϊκή μουσική μπορούσε ταυτόχρονα να είναι και μουσικά εκλεπτυσμένη. Ήταν ωστόσο σαν κάτι να περίμενα. Στην προσπάθεια να ανακαλύψω την ταυτότητά μου, ασχολήθηκα με τη λαϊκή αργεντίνικη και λατινοαμερικάνικη μουσική. Θεωρώ ότι υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ της έθνικ και της ροκ μουσικής. Το ήξερα πάντοτε ότι κάποτε θα ασχοληθώ με το τάνγκο. Το 1984 έκανα την παραγωγή του De Ushuahia a la Quiaca με ηχογραφήσεις μουσικών της υπαίθρου ολόκληρης της Αργεντινής. Αυτή η δουλειά μού άνοιξε τους ορίζοντες να συνεργαστώ με άλλους ανθρώπους, να κάτσω στο πίσω κάθισμα, να μπω στην υπηρεσία άλλων καλλιτεχνών και να τους βοηθήσω να φέρουν τη μουσική τους στο προσκήνιο.

Το Café de los Maestros είναι η απάντησή σας στην ανακάλυψη του Βιμ Βέντερς, στους ηλικιωμένους κουβανούς μουσικούς του Buena Vista Social Club;
Το Café de los Maestros έχει παραλληλιστεί με το Buena Vista Social Club, το οποίο αγαπώ, πιστεύω όμως ότι υπάρχουν πολλές διαφορές. Η βασική είναι ότι εγώ δεν είμαι ένας Βορειοαμερικάνος που έρχεται να κάνει ένα δίσκο και μια ταινία για το τάνγκο. Εγώ είμαι από εδώ και το τάνγκο είναι στη δική μου κουλτούρα, στο DNA μου, κατά μια τετριμμένη έκφραση της καθομιλουμένης. Δεν παίζω μουσική στο δίσκο, γιατί ήθελα να διατηρήσω την καθαρή αίσθηση. Αλλά και ηχητικά διαφέρουν οι δύο δίσκοι. Εν πάση περιπτώσει, οι συγκρίσεις για λόγους μάρκετινγκ είναι ευπρόσδεκτες, αλλά καλό είναι να αναφέρονται και οι διαφορές, καθώς νιώθω ότι υπάρχει στενότερη σύνδεση με το De Ushuahia a la Quiaca».

Τι απαντάτε στη στερεότυπη φράση ότι το τάνγκο είναι μια μελαγχολία που χορεύεται;
Η μελαγχολία υπάρχει. Επιπλέον, όμως, νιώθω ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ Ελλάδας και Αργεντινής, την εντοπίζω στη σχέση του δικού σας ρεμπέτικου με το τάνγκο. Η σχέση αυτή εντοπίζεται ακριβώς στον τρόπο που και τα δυο ιδιώματα αντιμετωπίζουν τη μελαγχολία.

* Οι ανέκδοτες απόψεις του Σανταολάγια για το Café de los Maestros που δημοσιεύουμε, προέρχονται από το master class που ο συνθέτης παραχώρησε στη διάρκεια του προηγούμενου κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου ήταν προσκεκλημένος. Η εφ ευχαριστεί τη διευθύντρια του Φεστιβάλ, Δέσποινα Μουζάκη για την παραχώρηση του απομαγνητοφωνημένου κειμένου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: